- καμπύλης
- καμπύληcrooked stafffem gen sg (attic epic ionic)καμπύλοςbentfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
απειροστικός λογισμός — Ένας από τους πιο βασικούς και δημιουργικούς κλάδους των μαθηματικών. Η προσφορά του στον ανθρώπινο πολιτισμό, ανεξάρτητα από τη γοητευτική ομορφιά των εννοιών και των μεθόδων του που αφορά τους επαΐοντες, είναι τεράστια. Γενικά, η οφειλή της… … Dictionary of Greek
ζήτηση — Η ποσότητα ενός αγαθού που μπορεί να βρει αγοραστή. Ειδικά, ατομική ζ. ενός αγαθού είναι η ποσότητα του αγαθού που έχει διάθεση να αποκτήσει ο καταναλωτής σε μια δεδομένη τιμή. Η ζ. μπορεί να επηρεαστεί από διάφορους συντελεστές. Ένας είναι η… … Dictionary of Greek
εγγύτατος — Η έννοια απαντά στη θεωρία των καμπυλών και των επιφανειών (διαφορική γεωμετρία). Αν Γ είναι μία καμπύλη στον τρισδιάστατο χώρο και Μ ένα σημείο της, F είναι μία οικογένεια καμπυλών (είτε επιφανειών) του χώρου με κοινό τους σημείο το Μ, και η Γ… … Dictionary of Greek
εφαπτομένη — (σε ένα σημείο μιας καμπύλης). Αν Γ είναι μία καμπύλη του (συνηθισμένου) χώρου, δηλαδή η γραφική παράσταση ενός σημειοσυνόλου (x(t), ψ(t), z(t)), tεΔ} όπου Δ ένα διάστημα του συνόλου των πραγματικών αριθμών, και αν υπάρχουν οι πρώτες παράγωγοι… … Dictionary of Greek
καμπής, σημείο — Όρος που χρησιμοποιείται για τον χαρακτηρισμό εκείνου του σημείου της καμπύλης μιας συνάρτησης στο οποίο η καμπύλη αλλάζει κυρτότητα. Στο σχήμα, το σημείο Ρ είναι ένα σ.κ. της καμπύλης. Αν x = x(t), y = y(t), α < t < β είναι μία παραμετρική … Dictionary of Greek
επιφάνεια — I (Γεωμ.). Όρος που χαρακτηρίζει για τον συνηθισμένο χώρο κάθε σύνολο από σημεία (x, ψ, z) του χώρου με x = x (u, υ), ψ = ψ (u, υ), z = z (u, υ), όπου οι συναρτήσεις: (1) χ (u, υ), ψ (u, υ), z (u, υ) νοούνται ορισμένες σε ένα υποσύνολο του… … Dictionary of Greek
ολοκληρογράφος — Όργανο που χαράσσει την ολοκληρωτική καμπύλη μιας δεδομένης καμπύλης. Δηλαδή, αν μας δοθεί η καμπύλη y = f(x), ο ο. επιτρέπει να σχεδιαστεί η καμπύλη: y=? χ χ0 f(χ)dχ. Πρακτικά, ο ο. μας δίνει τη δυνατότητα να υπολογίσουμε κατά προσέγγιση την… … Dictionary of Greek
ευθειοποίηση — Κλασικό πρόβλημα, που προκύπτει από το γεγονός ότι ένα κομμάτι από εύκαμπτο νήμα μπορεί να εφαρμόσει πάνω σε ένα τμήμα καμπύλης (τόξο) και μετά να τεντωθεί, ώστε να εφαρμόσει πάνω σε ένα τμήμα ευθείας. Έτσι μπορεί να εξομοιωθεί, κατά κάποιο τρόπο … Dictionary of Greek
ακτίνα — Μια από τις φωτεινές γραμμές που εκπέμπονται από ένα φωτεινό σώμα (π.χ. οι α. του ήλιου). Γενικά, κάθε φανταστική γραμμή που ξεκινά από ένα κεντρικό σημείο προς κάθε διεύθυνση (π.χ. οπτική α.). Η έκταση έως την οποία μπορεί να φτάσει κάποια… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek